Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

"ελεύθερος" χρόνος




Η έννοια «ελεύθερος χρόνος» χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον χρόνο μετά την εργασία, μετά την εξαρτημένη απασχόληση, τον χρόνο δηλαδή που μπορούμε να διαθέσουμε «ελεύθερα». Η παραπάνω χρήση του όρου υποδηλώνει εξαρχής την διχοτόμηση της ζωής του ανθρώπου σε εργασιακή-εξαρτημένη και «ελεύθερη»-αυτοδιαχειριζόμενη. Υπονοεί, δηλαδή και προϋποθέτει ο ελεύθερος χρόνος έναν εξαρτημένο χρόνο, τον χρόνο της εργασίας, συρρικνώνοντας έτσι το νόημά αυτής σε μια καταναγκαστική μορφή. Αυτή η ψυχολογική και πραγματιστική διάσταση της εργασίας δίνει μια πλασματική διάσταση στον ελεύθερο χρόνο και τον διακρίνει ως το κατεξοχήν σύμβολο της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Έτσι ο ελεύθερος χρόνος ορίζεται ως ο μεταιχμιακός χώρος ανάμεσα στην αλλοτριωμένη φύση της εργασίας και την δημιουργικότητα του ανθρώπου, την ανάγκη για εκτόνωση και παιχνίδι.
Λόγω κυρίως αυτής της ιδιότητας με την οποία είναι επιφορτισμένος ο ελεύθερος χρόνος αποκτά στην σύγχρονη κοινωνία, μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων και ως κοινωνία του ελεύθερου χρόνου, ιδιαίτερη σημασία και θεωρείται ίσως πιο σημαντικός και από το χρόνο της εργασίας, που είναι ο κατεξοχήν χώρος δημιουργίας. Η σημαντικότητα αυτή ορίζεται κυρίως από την καταναλωτική ιδιαιτερότητα του σύγχρονου ανθρώπου, την βελτίωση των συνθηκών ζωής και την αποξένωσή του από την δημιουργικότητα της εργασίας. Συνέβαλε επίσης η τεχνολογική πρόοδος που έχει επιμηκύνει τον ελεύθερο χρόνο κατά πολύ. Τα παραπάνω μας οδηγούν στο συμπέρασμα πως σαφώς είναι σημαντικός ο ελεύθερος χρόνος, άλλο τόσο όμως σημαντικός είναι ο τρόπος με τον οποίο τον διαχειριζόμαστε. 
Συνήθως οι άνθρωποι ακολουθούν στον ελεύθερο χρόνο τους προκαθορισμένα καταναλωτικά πακέτα, η διάθεση των οποίων ρυθμίζεται από τους νόμους που υπάρχουν στην αγορά, και δεν τον αυτοδιαχειρίζονται τόσο όσο νομίζουν. Είναι γνωστή σε όλους η ιλιγγιώδης ανάπτυξη της λεγόμενης βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου, που με πρωτεργάτη την διαφήμιση έχει καταφέρει να ποδηγετήσει την ανθρώπινη συνείδηση, να επιβάλλει αξίες και συνήθειες, σε σημείο μάλιστα ο ελεύθερος χρόνος να μετεξελιχθεί, σε αντίθεση με το όνομά του σε πύλη για την πιο αποτελεσματική και περισσότερο συγκαλυμμένη μορφή χειραγώγησης που γνώρισε ποτέ η ιστορία της ανθρωπότητας.
Παρά ταύτα ο ελεύθερος χρόνος παραμένει μια σημαντική παράμετρος της ανθρώπινης ανάπτυξης και ευημερίας. Η σχόλη είναι μια δημιουργική ενασχόληση όσο και η εργασία. Η βασική της ιδιότητα είναι πως βοηθά στην αφομοίωση και την σύνθεση των καινούργιων εμπειριών και ερεθισμάτων. Η αρτίωση της προσωπικότητας μας περνά επομένως και μέσα από την αναζήτηση και σωστή διαχείριση του χρόνου που μας απομένει μετά τις εργασιακές μας ή άλλες υποχρεώσεις.
Στον ελεύθερο χρόνο εντάσσονται οι δραστηριότητες που επιλέγει ο άνθρωπος, προκειμένου να ξεκουραστεί, να διασκεδάσει, να καλλιεργηθεί, να συμμετάσχει στα κοινωνικά δρώμενα. Είναι επομένως – ή θα ‘πρεπε να είναι - ένας χρόνος που αυτοπροσδιορίζεται από την ατομική βούληση, τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες του ατόμου. Επίσης δεν αποτελεί – ή δεν θα ‘πρεπε να αποτελεί – αντιστάθμισμα της εργασίας (βλέπε μπουχτισμένους εργαζόμενους που δεν τους κάνει νόημα η δουλειά τους και περιμένουν εναγωνίως να σχολάσουν, θεωρώντας ότι από κι και έπειτα ξεκινά η ζωής τους), αλλά αποτελεί ένα χρόνο που διαθέτει τη δική του δυναμική και αυτονομία και συνδέεται δημιουργικά με την εργασία.
Ένα άλλο σημαντικό μερίδιο του  ελεύθερου χρόνου ξοδεύεται παραδόξως στην «εργασία» : Έτσι, επί παραδείγματι, οι μαθητές καταναλώνουν πολύ χρόνο από τον ελεύθερό τους για να γίνουν καλύτεροι μαθητές και να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο επαγγελματικό μέλλον και οι εργαζόμενοι όλο και περισσότερο εντάσσονται σε προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης για να βελτιώσουν και να εξελίξουν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους και να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικοί στην αγορά εργασίας. Επίσης, λόγω της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης και της καταναλωτικής φρενίτιδας πολύ αναγκάζονται να δεσμεύσουν τον πολύτιμο ελεύθερο χρόνο τους μεγαλώνοντας τις ώρες απασχόλησης στην ίδια ή σε άλλη εργασία.
Οι ασχολίες, βέβαια, του ανθρώπου στον ελεύθερο χρόνο ποικίλουν σε σημαντικό βαθμό και επηρεάζονται από τις ιδιαιτερότητες του ατόμου, τις εσωτερικές του ανάγκες, καθορίζονται σε μεγάλο όμως βαθμό από το πολιτισμικό πλαίσιο και την χρονική περίοδο.
Ενώ ο σύγχρονος άνθρωπος έχει περισσότερο ελεύθερο χρόνο, διαμαρτύρεται για έλλειψη ελεύθερου χρόνου. Αισθάνεται ότι ο Ελεύθερος Χρόνος του λείπει και ότι σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη εποχή του είναι απαραίτητος.
 Έτσι ας πούμε χαρακτηριστικά, ο ελεύθερος χρόνος κατευθυνόταν στην δεκαετία του 80 στις λεγόμενες βιωματικές εμπειρίες, την δεκαετία του 90 σε δραστηριότητες χαλάρωσης και ψυχικής ισορροπίας και στην δεκαετία που διανύουμε στην εκπαίδευση και κατάρτιση. Σε όλες αυτές τις δεκαετίες, βέβαια, κοινός παρανομαστής παραμένει η υψηλή και αυξανόμενη τηλεθέαση, η διασκέδαση και η κατανάλωση ψυχαγωγικών προϊόντων.
Ο ελεύθερος χρόνος δυνητικά έχει το πλεονέκτημα να απευθύνεται στις ανάγκες των ανθρώπων στο εδώ και τώρα, σε αντίθεση με την εργασία στην οποία παράγουμε για να έχουμε. Η ξεχασμένη δυνατότητα να ασχολείται ο άνθρωπος στο παρόν με την ανασύνθεση των παρελθουσών εμπειριών – δυνατότητα που δίνεται κατά κύριο λόγο  στον ελεύθερο χρόνο – έχει δώσει την θέση της στην μανιώδη επιδίωξη του σημερινού ανθρώπου να τρέχει να καλύψει ανάγκες και να διασφαλίσει το μέλλον ή ένα καλύτερο μέλλον. Ας πούμε τα παιδιά και οι έφηβοι «εργάζονται» στις σχολικές και παρασχολικές δραστηριότητες κυρίως για να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο αύριο παρά για να ενισχύσουν και να θωρακίσουν την προσωπικότητά τους ή να χαρούν και να μάθουν μέσα από τις εμπειρίες τους. Καταφέρνουν έτσι να ζουν μια σχιζοειδή κατάσταση ξένη προς τα παιδιά τα οποία αντιλαμβάνονται τη ζωή τους κυρίως στο εδώ και τώρα, με αποτέλεσμα κυρίως τον ετεροπροσδιορισμό τους από τους γονείς και τα κοινωνικά πρότυπα και την μετέπειτα αδυναμία αυτονόμησής τους.
Ο παραδοσιακός καφενές, σύμβολο ξεκούρασης, ανατροφοδότησης, κοινωνικής συναναστροφής, ανταλλαγής εμπειριών, διάδοσης νέων κτλ προσδιόριζε την εποχή όπου παρά τον μόχθο και τις ιδιαίτερα δύσκολες οικονομικές συνθήκες οι άνθρωποι βρίσκανε το χρόνο να αναπαυθούν και να ασχοληθούν με ζητήματα κοινωνικής συναναστροφής στην ανάπαυλα της δουλειάς τους. Σήμερα ο εργώδης ρυθμός της καθημερινότητας δεν επιτρέπει στον εργαζόμενο να αναπαυθεί ουσιαστικά, μιας και έχει καταφέρει να μεταφέρει τον αγχωτικό και εντατικό ρυθμό της εργασίας και κατά τη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου. Έτσι μετά την εργασία παρατηρούμε συνήθως δύο καταστάσεις : ή την συνέχιση των εντατικών ρυθμών της εργασίας (τρέχοντας πίσω από διάφορες υποχρεώσεις) ή την πλήρη – όταν αυτό επιτρέπεται από τις υποχρεώσεις – αποχαύνωση βλέποντας τηλεόραση στον καναπέ του σαλονιού.     
Επειδή ο ελεύθερος χρόνος δεν αξιοποιείται πάντοτε σωστά, αυτό δημιουργεί αφενός πολλά ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα και αφετέρου οδηγεί σε τυποποιημένες δραστηριότητες που επιλέγουν πάντα οι άλλοι για μας (φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα !!!).
Ο ελεύθερος χρόνος είναι, λοιπόν, απαραίτητος και έχει ιδιαίτερη αξία στην σημερινή εποχή λόγω της εντατικοποίηση της εργασίας, του γρήγορου ρυθμού της ζωής του  άγχους και    της μοναξιάς του σύγχρονου άνθρωπου. Επίσης,  οι  ανθυγιεινές   συνθήκες   εργασίας  αλλά  και   διαμονής,  η  αδυναμία   ανάπτυξης των  διαπροσωπικών σχέσεων, η  δυσκολία  συμμετοχής  στις  κάθε  μορφής  συλλογικότητες και  η  γενικότερη  ανάγκη  του ανθρώπου για εκτόνωση, ξεκούραση, ψυχαγωγία   και  άθληση  καθιστούν  μείζονος  σημασίας  την ύπαρξη και σωστή διευθέτηση του ελεύθερου χρόνου.
Σε αντίθεση με την επιδίωξη της φορμαλιστικής στείρας γνώσης ο ελεύθερος χρόνος αξιοποιείται δημιουργικά όταν χρησιμοποιείται για πνευματική, ψυχική και ηθική καλλιέργεια, για ανάπτυξη της επικοινωνίας, για ενασχόληση με σύνολα και ομάδες που προάγουν την κοινωνική συνοχή και τέλος για  σωματική ξεκούραση.
Αν η χαλάρωση αποτελεί βασική βιολογική ανάγκη του ώριμου ανθρώπου για την ισορροπία και τόνωση του ψυχοσωματικού του οργανισμού, φανταστείτε πόσο ιδιαίτερη σημασία έχει για τα παιδιά. Παιδιά τα οποία κουράζονται υπερβολικά από τα διάφορα μαθήματα, φροντιστήρια και γενικότερα από το ατελείωτο κυνήγι γνώσεων. Αυτό το κουρασμένο παιδί πρέπει να έχει πολλές δυνατότητες και ευκαιρίες που θα του επιτρέψουν να καλλιεργήσει σωστά την ατομικότητά του, τον χαρακτήρα του για να γίνει ελεύθερος και δημιουργικός.
Σημαντικό για τα παιδιά είναι το παιχνίδι και παρότι αυτό είναι πλέον κοινός τόπος, άλλο τόσο δεδομένο είναι ότι οι γονείς σπρώχνουν τα παιδιά τους σε όλο και περισσότερο καταπιεστικά και φορτωμένα με ευθύνες και υποχρεώσεις προγράμματα. Η εικόνα αυτή είναι προϊόν κυρίως του παιδοκεντρικού χαρακτήρα της ελληνικής οικογένειας. Οι γονείς σε αυτή την περίπτωση έχουν εναποθέσει πολλές δικές τους προσδοκίες στα παιδιά. Με αποτέλεσμα ; Την θυσία των γονιών και τον εγκλωβισμό των παιδιών. Τα παιδιά, δηλαδή, αποκτούν μέσα από αυτή την διαδικασία πολλές γνώσεις, δεν αποκτούν όμως την ευελιξία να τις χρησιμοποιούν έτσι ώστε οι εμπειρίες τους για τους οδηγήσουν με ομαλότερο τρόπο στην ενηλικίωση.
Συνοπτικά επειδή έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά θα λέγαμε ότι το παιχνίδι αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της υγιούς ανάπτυξης του παιδιού (άλλα και των μεγάλων) Το παιχνίδι είναι η πιο σοβαρή απασχόληση για το παιδί και διαδραματίζει έναν ισχυρό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, στον αυξανόμενο προσανατολισμό του στον κόσμο και γενικότερα στην ψυχοσωματική του ανάπτυξη. Το παιδί, δηλαδή, μέσα από το παιχνίδι  θα «φτιάξει» και θα δοκιμάσει τον εαυτό του και θα κατασταλάξει σε ένα δικό του σύστημα επικοινωνίας με τους συνανθρώπους του, συνομήλικους και ενήλικους (κοινωνικοποίηση).

Αντίθετα όμως ιδιαίτερα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, ο σχολικός χρόνος είχε μια τάση επεκτατισμού εις βάρος του ελεύθερου χρόνου και του παιχνιδιού και όχι μόνο για τους μαθητές της τελευταίας τάξης του Λυκείου, με τις ιδιαίτερες εξεταστικές τους προτεραιότητες. Το μεγαλύτερο τμήμα του μαθητικού πληθυσμού, ακόμη και στην ευαίσθητη ηλικία των 6-12 ετών τρέχει να προλάβει μαζί με το σχολείο, τις ξένες γλώσσες, τα ωδεία, τα μπαλέτα, τα φροντιστήρια, καθώς δεν ήταν λίγοι οι γονείς εκείνοι που προσδιόριζαν ασφυκτικά και μονοδιάστατα την καθημερινή ζωή των παιδιών, προσανατολίζοντας σε διευθετήσεις του ελεύθερου χρόνου που αποσκοπούσαν στην απόκτηση όσο το δυνατόν περισσοτέρων τίτλων σπουδών και τυπικών προσόντων, μηδενίζοντας, έτσι, κάθε πρακτική παιχνιδιού, ανεμελιάς, ξεγνοιασιάς, χαρακτηριστικά γνωρίσματα της παιδικής ηλικίας.  Πάρτε μια βαθιά ανάσα και μετρήστε : Έξι με επτά ώρες διδασκαλίας την ημέρα στο σχολείο, άλλες τρεις ώρες φροντιστήριο χωρίς να εξαιρείται καμιά φορά και το Σαββατοκύριακο, δύο τουλάχιστον ώρες διάβασμα, μία με δύο ώρες ξένη γλώσσα και καμιά ώρα οι μετακινήσεις, σύνολο 70 ώρες περίπου εβδομαδιαίως, (όταν ο  ενήλικας δουλεύει 40) σημαίνει χρονική και αντίστοιχη ψυχική επιβάρυνση του μαθητή που εξοστρακίζει τον ελεύθερο χρόνο.
Μετά από όλα αυτά έχετε παρατηρήσει ότι τα παιδιά περνούν στην εφηβεία όταν φοιτούν στο Πανεπιστήμιο ή ακόμη και μετά από αυτό. Όταν δηλαδή έχουν αποκτήσει όλες αυτές τις γνώσεις, έχουν πάρει όλα αυτά τα πτυχία και με το άλλοθι της ανεργίας, αργοσέρνονται διεκδικώντας τα οφέλη που χάσανε, το δικαίωμα δηλαδή στην ξεγνοιασιά. Μάλλον όμως τους επιτρέπεται να το κάνουν άκαιρα και αργά. Όταν δεν επιτρέπουμε στα παιδιά μας να ζήσουν ως παιδιά (με υποχρεώσεις αλλά και δικαιώματα) στην ουσία δεν τους επιτρέπουμε  να αυτονομηθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στην Ελλάδα του 21ου αιώνα να παρατηρούμε το φαινόμενο των πτυχιούχων μαμάκηδων, των ανθρώπων που έχουν πολλά τυπικά προσόντα, αλλά δεν έχουν τις βασικές ανθρώπινες δεξιότητες να αντεπεξέρχονται αυτόνομα στη ζωή τους.
Η παιδική ηλικία και η εφηβεία αποτελούν κρίσιμα στάδια στην ανθρώπινη εξελικτική πορεία προς την ωριμότητα. Δεν αποτελούν μόνο μία περίοδο ταχείας σωματικής αλλαγής, αλλά και ένα σημαντικό στάδιο της προσωπικής και κοινωνικής εξέλιξης του παιδιού. Το ότι δεν έχουν τον απαραίτητο χρόνο για να αφιερώσουν στον εαυτό τους είναι δίκοπο μαχαίρι: μπορεί να δαπανούν πέραν του σχολείου χρόνο τους σε άλλες δραστηριότητες και να αποκομίζουν εφόδια για το μέλλον, όμως αυτό τους εμποδίζει στο να έχουν τα συνήθη εφηβικά προβλήματα – ανάπτυξη προσωπικότητας, διαμόρφωση χαρακτήρα. Καταστάσεις δηλ. που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν σε μεταγενέστερα στάδια της ζωής τους και στις οποίες παραμένει αδιευκρίνιστο αν θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν.
Απ ‘την άλλη, τέλος, τα περισσότερα παιδιά μεγαλώνουν σε μια συνθήκη όπου η καθημερινότητα και οι εμπειρίες τους λαμβάνουν χώρα σε οργανωμένα πλαίσια από τότε που γεννιούνται (μαιευτήριο, παιδικός σταθμός, σχολείο, φροντιστήριο, οργανωμένες δραστηριότητες ψυχαγωγικού ή εκπαιδευτικού χαρακτήρα). Το καθημερινό τους πρόγραμμα είναι σφικτό και εντατικό χωρίς να τους δίνεται η δυνατότητα να χαζεύουν άσκοπα και ξέγνοιαστα.  Στις σύγχρονες συνθήκες κατοικίας τα παιδιά αναγκάζονται να οργανώσουν τον ελεύθερο χρόνο τους – όταν αυτός δεν απορροφάται από τις υπόλοιπες οργανωμένες δραστηριότητες – μέσα στο σπίτι, ελλείψει αυλής ή αλάνας. Στο σπίτι οι δυνατότητες να αναπτύξει ένα παιδί αυτόνομα τις δεξιότητες και τις ικανότητές του συρρικνώνονται σημαντικά εφόσον γίνονται πάντα υπό την επίβλεψη και πολλές φορές καθοδήγηση των γονιών και βέβαια περιορίζονται και από τις αντικειμενικές δυνατότητες που δίνει ο χώρος του σπιτιού. Τέλος, ο ελεύθερος χρόνος δεν δίνει σήμερα την δυνατότητα στο παιδί να επικοινωνήσει με την ευρύτερη κοινωνία – λόγω των αυξημένων κινδύνων και της πολυπλοκότητας που χαρακτηρίζει την αστική οικιστική οργάνωση. Έτσι η επαφή του με τις κοινωνικοοικονομικές διεργασίες γίνεται πάλι με οργανωμένο τρόπο και πάντα με την επίβλεψη των ενηλίκων.
Ο τρόπος λοιπόν που οργανώνεται ο ελεύθερος χρόνος του παιδιού δεν βοηθά ουτοσώστε να αφομοιώνει και να επεξεργάζεται με τον δικό του τρόπο τα δεκάδες ερεθίσματα και μηνύματα του περιβάλλοντος του, εφόσον δεν έχει την δυνατότητα, πάντα στα όρια του κανονιστικού πλαισίου της οικογένειας και της κοινωνίας, να δράσει αυτόνομα  και να αφεθεί στη μαγεία του παιχνιδιού. Έτσι ένα παιδί μεγαλώνει μεν βιολογικά δεν ωριμάζει όμως συναισθηματικά.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που απορρέει από τον δομημένο χαρακτήρα του ελεύθερου χρόνου των παιδιών – σε αντιδιαστολή με το ελεύθερο παιχνίδι – είναι πως στα παιδιά σχεδόν τα πάντα προσφέρονται έτοιμα, σαν αναμασημένη τροφή. Μοιάζουν ακόμη και οι ψυχαγωγικές δραστηριότητες να έχουν τον ίδιο προσχεδιασμένο και ομαδοποιημένο χαρακτήρα που δεν επιτρέπει την ενεργοποίηση της δημιουργικότητας του παιδιού.
Αξιοποιείστε, λοιπόν δημιουργικά τον ελεύθερο χρόνο σας και κυρίως αφήστε τα παιδιά σας να παίξουν. Και μην ξεχνάτε : ο ελεύθερος χρόνος που κατακτήθηκε με πολλούς και αιματηρούς αγώνες, είναι ανταποδοτικός όταν ξεφεύγει από τα στενά όρια του καταναγκασμού και πλανιέται στο χώρο της φαντασίας, της γνωστικής επεξεργασίας, της επικοινωνίας και της ξεκούρασης. Δεν έχει σημασία τόσο πως γεμίζεις τον ελεύθερο σου χρόνο όσο αν η επιλογή αυτή καταφέρνει να ανταποκριθεί στα παραπάνω κριτήρια.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει μια μαθήτρια, αλλάξτε την νοοτροπία που υποστηρίζει ότι «ο χρόνος είναι χρήμα», μια νοοτροπία που χαρακτηρίζει την εποχή μας και δίνει με εύγλωττο τρόπο την εικόνα του ανθρώπου και στο ζήτημα της αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, με αυτή που θέλει ο χρόνος να είναι δημιουργία.





2 σχόλια: